ΧΛΑΜΥΔΙΑ

Τα χλαμύδια είναι ένα από τα πιο κοινά σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα.

  • Συνοπτικά

    Προσβάλλει άντρες και γυναίκες όλων των ηλικιακών ομάδων, αν και παρατηρείται συχνότερα στις γυναίκες νεαρής ηλικίας. Η νόσος είναι εύκολα αντιμετωπίσιμη, αρκεί να διαγνωστεί, καθώς τείνει σε μεγάλο ποσοστό ασθενών να περνάει απαρατήρητη.

    Αν και σε γενικές γραμμές τα συμπτώματα εμφανίζονται 5 με 20 ημέρες από τη στιγμή της μόλυνσης, πολλοί άνθρωποι – περίπου το 75% των γυναικών και το 50% των αντρών – παραμένουν ασυμπτωματικοί με αποτέλεσμα η νόσος να εξελίσσεται ανενόχλητη, απειλώντας τους ακόμα και με στειρότητα.

  • Συμπτώματα

    Τις πρώτες μέρες, η μόλυνση από τα χλαμύδια συνήθως δεν παρουσιάζει κανένα σημάδι. Τα πρώτα συμπτώματα εκδηλώνονται συνήθως μία με τρεις βδομάδες μετά την αρχική έκθεση του οργανισμού στο ένοχο βακτήριο. Ακόμα και τότε όμως, μπορεί τα συμπτώματα να είναι τόσο ήπιας μορφής που να περάσουν απαρατήρητα από τον ασθενή.

    Τα κυριότερα συμπτώματα είναι:

    • Πόνος κατά την ούρηση
    • Άλγος στην κάτω κοιλιακή χώρα
    • Κολπικές εκκρίσεις στις γυναίκες
    • Εκκρίσεις από το πέος στους άντρες
    • Πόνος κατά τη σεξουαλική διείσδυση στις γυναίκες
    • Πόνος στους όρχεις στους άντρες
  • Πότε να επισκεφτείτε τον δερματολόγο-αφροδισιολόγο

    Κλείστε ένα ραντεβού με τον δερματολόγο-αφροδισιολόγο σας, αν παρατηρήσετε ασυνήθιστες εκκρίσεις από τον κόλπο ή το πέος, ή αν αισθάνεστε πόνο κατά την ούρηση.Επίσης, επισκεφτείτε τον γιατρό σας αν ο ερωτικός σας σύντροφος διαγνωστεί με χλαμύδια, γιατί είναι πιθανό να χρειαστεί να λάβετε αντιβιοτική αγωγή ακόμα και αν δεν έχετε εκδηλώσει συμπτώματα.
  • Αιτίες και παράγοντες κινδύνου

    Τα χλαμύδια προκαλούνται από ένα βακτήριο που λέγεται Chlamydia trachomatics και μεταδίδονται με την κολπική, στοματική και πρωκτική συνουσία. Είναι επίσης δυνατή η μετάδοση του βακτηρίου από τη μητέρα στο μωρό κατά τη διάρκεια του τοκετού. Στην περίπτωση αυτή, το νεογνό μπορεί να παρουσιάσει πνευμονία ή σοβαρή οφθαλμική μόλυνση.

    Οι παράγοντες που μπορεί να ευνοήσουν την μετάδοση των χλαμυδίων είναι:

    • H νεαρή ηλικία (κάτω των 24 ετών)
    • Μεγάλος αριθμός ερωτικών συντρόφων
    • H μηδαμινή ή μη-συχνή χρήση προφυλακτικού
    • Tο ιστορικό σεξουαλικών μεταδιδόμενων νοσημάτων
  • Επιπλοκές

    Αν τα χλαμύδια δεν θεραπευτούν, μπορεί να οδηγήσουν σε:

    Άλλες σεξουαλικά μεταδιδόμενες μολύνσεις: Όσοι νοσούν από χλαμύδια, έχουν αυξημένες πιθανότητες να προσβληθούν και από άλλα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως γονόρροια και HIV (ο ιός που προκαλεί το AIDS).

    Πυελική φλεγμονώδης νόσος: Είναι μία μόλυνση που προσβάλλει τη μήτρα και τις σάλπιγγες, και προκαλεί άλγος στην πυελική χώρα και πυρετό. Στις πιο σοβαρές περιπτώσεις, κρίνεται αναγκαία η εισαγωγή της ασθενούς σε νοσοκομείο για ενδοφλέβια χορήγηση αντιβιοτικών φαρμάκων. Η πυελική φλεγμονώδης νόσος μπορεί να καταστρέψει τις σάλπιγγες, τις ωοθήκες και τη μήτρα, συμπεριλαμβανομένου του τραχήλου.

    Μόλυνση κοντά στους όρχεις: Τα χλαμύδια μπορεί να προκαλέσουν φλεγμονή στην επιδιδυμίδα, τον μακρύ περιελιγμένο σωλήνα στο πίσω μέρος κάθε όρχεως.

    Μόλυνση στον αδένα του προστάτη: Το βακτήριο μπορεί να επεκταθεί στον προστατικό αδένα των αντρών και να προκαλέσει πόνο κατά τη διάρκεια ή μετά τη σεξουαλική επαφή, πυρετό και ρίγη, πόνο κατά την ούρηση, και άλγος στην κάτω κοιλιακή χώρα.

    Μόλυνση σε νεογνά: Το βακτήριο μπορεί να μεταδοθεί από το κολπικό κανάλι στο μωρό κατά τη διάρκεια του τοκετού, επιφέροντάς του πνευμονία ή σοβαρή οφθαλμική μόλυνση.

    Στειρότητα: Η μόλυνση – ακόμα και αυτή που δεν παρουσιάζει συμπτώματα – μπορεί να προκαλέσει ουλές και απόφραξη στις σάλπιγγες, επιφέροντας στειρότητα.

    Αντιδραστική αρθρίτιδα: Όσοι νοσούν από χλαμύδια, έχουν περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν αντιδραστική αρθρίτιδα, γνωστή και ως σύνδρομο Reiter. Πρόκειται για μία πάθηση που επηρεάζει τη λειτουργία των συνδέσμων, των ματιών και της ουρήθρας.

  • Προετοιμαστείτε για το ραντεβού

    A. Στη συνάντηση με τον δερματολόγο-αφροδισιολόγο, θα πρέπει να είστε έτοιμοι να απαντήσετε στα κάτωθι ερωτήματα:

    • Πότε παρουσιάστηκαν τα πρώτα συμπτώματα;
    • Υπάρχει κάτι που τα χειροτερεύει ή τα ανακουφίζει;
    • Ποια φάρμακα ή συμπληρώματα λαμβάνετε συστηματικά;
    • Έχετε αποκτήσει έναν καινούργιο ερωτικό σύντροφο;
    • Κάνετε χρήση προφυλακτικού;
    • Έχετε αισθανθεί πόνο στην κάτω κοιλιακή χώρα;
    • Πονάτε κατά την ούρηση;
    • Έχετε παρατηρήσει ασυνήθιστες εκκρίσεις από τα γεννητικά σας όργανα;

    B. Ερωτήσεις που μπορεί να θελήσετε να υποβάλλετε στον γιατρό:

    • Σε τι εξετάσεις θα πρέπει να υποβληθώ;
    • Θα πρέπει να εξεταστώ και για άλλα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα;
    • Θα πρέπει να εξεταστεί και ο ερωτικός μου σύντροφος για χλαμύδια;
    • Πόσο καιρό θα πρέπει να απέχω από τη σεξουαλική δραστηριότητα;
    • Τι μπορώ να κάνω μελλοντικά σε επίπεδο πρόληψης;
  • Εξετάσεις και διάγνωση

    Επειδή η μόλυνση από χλαμύδια δεν παρουσιάζει συχνά συμπτώματα, αλλά την ίδια στιγμή σας απειλεί με σοβαρά προβλήματα υγείας, συστήνεται να υποβάλλεστε σε σχετική εξέταση αν:

    Είστε γυναίκα, σεξουαλικά ενεργή, έως 25 ετών: Τα χλαμύδια καταγράφονται με μεγαλύτερη συχνότητα σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα, οπότε συστήνεται ετήσιος έλεγχος ή κάθε φορά που αλλάζετε ερωτικό σύντροφο.

    Έγκυος: Θα πρέπει να εξεταστείτε για χλαμύδια στο πλαίσιο του πρώτου προγεννητικού ελέγχου. Επαναλάβετε την εξέταση προς τα τέλη της εγκυμοσύνης, αν ανήκετε στην ομάδα υψηλού κινδύνου λόγω συχνής αλλαγής ερωτικών συντρόφων.

    Ανήκετε στην ομάδα κινδύνου: Θα πρέπει να εξετάζεστε τακτικά αν έχετε πολλούς ερωτικούς συντρόφους ή δεν χρησιμοποιείτε πάντα προφυλακτικό στις σεξουαλικές σας επαφές. Το ίδιο ισχύει στην περίπτωση που έχετε ιστορικό άλλων σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων.

    Τα χλαμύδια μπορούν να διαγνωστούν με την εξέταση δείγματος από:

    I. Έκκριμα: Στις γυναίκες, τα χλαμύδια μπορούν να διαγνωστούν με την καλλιέργεια δείγματος από τις εκκρίσεις του κόλπου. Αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια του συνηθισμένου τεστ ΠΑΠ.

    Στους άντρες, το αντίστοιχο δείγμα λαμβάνεται από την ουρήθρα

    Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να ληφθεί έκκριμα και από τον πρωκτό.

    II. Ούρα: Σε κάποιες περιπτώσεις, τα χλαμύδια μπορούν να εντοπιστούν και μέσω εξέτασης ούρων.

  • Θεραπείες και φάρμακα

    Η θεραπεία βασίζεται σε αντιβιοτικά φάρμακα (της οικογένειας των μακρολίδων και των τετρακυκλίνων), που μπορεί να χορηγηθούν σε μία δόση ή σε πολυήμερη αγωγή.

    Στις περισσότερες περιπτώσεις, η μόλυνση υποχωρεί μέσα σε μία με δύο βδομάδες. Στο διάστημα αυτό, συστήνεται η σεξουαλική αποχή. Είναι απαραίτητο να ακολουθήσει θεραπευτική αγωγή και ο ερωτικός σύντροφος, ακόμα κι αν δεν παρουσιάζει συμπτώματα. Διαφορετικά, η μόλυνση μπορεί να μεταδίδεται από τον έναν σύντροφο στον άλλον.

    Αξίζει να σημειωθεί ότι όσοι έχουν διαγνωστεί στο παρελθόν με χλαμύδια και έχουν ακολουθήσει θεραπεία, δεν έχουν αποκτήσει ανοσία απέναντι στην ασθένεια.

  • Πρόληψη

    Η μετάδοση των χλαμυδίων μπορεί να προληφθεί αν:

    Κάνετε χρήση προφυλακτικού από λάτεξ σε κάθε επαφή. Τα προφυλακτικά μπορούν να περιορίσουν τον κίνδυνο της μόλυνσης, αλλά όχι να τον εκμηδενίσουν.

    Υποβάλλεστε σε συχνές εξετάσεις. Αν είστε σεξουαλικά δραστήριοι, και ειδικά αν έχετε πολλούς ερωτικούς συντρόφους, θα πρέπει σε συνεννόηση με τον γιατρό σας να υποβάλλεστε σε τακτικούς ελέγχους για χλαμύδια και άλλα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα.

    Αποφεύγετε τα συχνά ντους. Στις γυναίκες, τα συχνά ντους μειώνουν τον αριθμό των “καλών” βακτηριδίων που υπάρχουν στον κόλπο, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο μολύνσεων.

Ενδιαφέρομαι για περισσότερες πληροφορίες

About: Χλαμύδια

[recaptcha]